Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

πεταστή (η)

άλλως λεγόμενο πατσούρι. Είδος πίτας με άζυμο αλεύρι, πλασμένη με λάδι και τρίμματα ξηρού τυριού.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Πεταστὴ /ἡ/ (πετάννυμι) = πλακοῦς (πίττα) ἐξ ἀζύμου ἀλεύρου, ἐλαίου καὶ θρυμμάτων τυροῦ ἐπιπασσομένη μὲ ζάκχαριν.

Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης


Πεταστὴ = (πλακοῦς).

Γλωσσάριον – Γ.Χ. Μαραγκός

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.