αρεβάρω ή αριβάρω
φτάνω, καταφτάνω. “Μόλις αριβάραμε”.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Ἀριβάρω καί Ἀρεβάρω: (Ἰ. arrivare) = καταφθάνω, ἔρχομαι, τερματίζω τὴν διαδρομήν.
Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
φτάνω, καταφτάνω. “Μόλις αριβάραμε”.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Ἀριβάρω καί Ἀρεβάρω: (Ἰ. arrivare) = καταφθάνω, ἔρχομαι, τερματίζω τὴν διαδρομήν.