Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

αραλίκι (το)

χωρίς να βιάζομαι και αγωνιώ.
φράση: “Πάω με τ΄αραλίκι μου” – “Δουλεύει με τ΄αραλίκι του” ή “πάει με το πάσο του”.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Ἀραλίκ(ι): /τὸ/ (Τ. ἀραλὴκ) = ραστώνη, ἄνεσις, ἡσυχία, βραδύτης.

Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.