Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

άλεσμα (το)

η άλεση, το προϊόν της άλεσης.
Το σιτάρι ή το κριθάρι που μεταφέρεται στο μύλο για να αλεστεί – “Θα πάω για τ΄ άλεσμα στο μύλο”.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Ἄλεσμα: /τὸ/ = ἡ ἄλεσις, τὸ ἀλεσθὲν ἢ πρὸς ἄλεσιν μεταφερόμενον ζωοφορτίον δημητριακῶν.

Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.