τσέτα (η)
παρέα κακοποιός
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Τσέτα /ἡ/ (Ἀλ. τσέτεα, Ἰ. ceto) = γένος, ὁμάς, συμμορία.
Τα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
παρέα κακοποιός
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Τσέτα /ἡ/ (Ἀλ. τσέτεα, Ἰ. ceto) = γένος, ὁμάς, συμμορία.