τριόδα ή τρίλιζα (η)
παιδικό παιγνίδι. Λέγεται και τρίτσα.
Παίζεται από δύο παίχτες.
Σε πλάκα ή τσιμέντο χαράζουν με χρώμα ή φύλλα δέντρου ή και κιμωλία ένα τριπλό ορθογώνιο, το ένα μέσα στ΄ άλλο. Ύστερα ενώνουν διαγώνια τα 3 ορθογώνια, κάνοντας στο μέσον κάθε πλευράς ορθογωνίου μια τελεία. Κατόπιν τοποθετούν λιθαράκια (οι παίχτες είναι δύο) όπου θέλει ο καθένας, προσπαθώντας αυτός να κλείσει τον άλλον, βάνοντας τα χαλίκια του στην ίδια ευθεία, για να κάμει αυτό που λέμε “τριάρα” ή τρίλιζα.
Πρόκειται για ένα είδος σκακιού που ο κάθε παίχτης προσπαθεί να αποκλείσει τον άλλο. Νικητής βγαίνει όποιος κάμει πρώτος τριάρα.
Σε μερικά χωριά παιζόταν πιο σύνθετα. Το ίδιο και στη Χώρα. Εχάραζαν όχι τρία ορθογώνια, το ΄να μικρότερο από το άλλο, -και πάντα σε ίση απόσταση -αλλά έξι ή και εννιά ακόμα ορθογώνια, ενώνοντας τα διαγωνίως και πάλι. Νικητής έβγαινε όποιος έκανε εξάρα ή εννιάρα, χρησιμοποιώντας βέβαια και τα αντίστοιχα χαλίκια, 6 ή 9.
Από τη σειρά βιβλίων «Λαογραφικά της Λευκάδας» του Πανταζή Κοντομίχη