βαραμέντε ή βεραμέντε (επιρρ)
αλήθεια, πράγματι.
Συχνά λέγεται και ειρωνικά: “Βαραμέντε μη δε πάρομε ποσσέσο;”, δηλ κατοχή. “Ναι, βαραμέντε μη χάσομε … το γαμπρό; χαρά στονε”.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Βεραμέντε καί βαραμέντε /ἐπίρ./ (Ἰ. veramente) = ἀληθῶς, τῷ ὄντι, ἐν τοσούτῳ, μάλιστα, ἀλλά.
Τα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης
Στ΄ αλήθεια. ϊδια η ιταλική λέξη Veramente (στα λατινικά verus, ο αληθινός, veritas, η αλήθεια).
Καρσάνικα Γλωσσικά Ιδιώματα – Δημ. Κατωπόδης
Βαραμέντε ή βεραμέντε: «επίρ. , αληθώς, τω όντι, εν τοσούτω, μάλιστα, αλλά, Ι. veramente». (Λεξ. Χριστ. Γ. Λάζαρη «Τα Λευκαδίτικα»).
Γλωσσάριο Ιωάννας. Κόκλα