σ(υ)μπεθεριὰ 10 Μάι, 2017 Σ 0 Σχόλια 0 Σ(υ)μπεθεριὰ / Συμπεθεριὰ /ἡ/ (σὺν-πενθερὸς) = μεσολάβησις διὰ συνοικέσιον, προξενιά.