Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

άττο (atti)

πράξη, ενέργεια, έγγραφο με νομική υπόσταση (δικογραφία), συμβολαιογραφική πράξη. Στον πληθυντικό οι πράξεις, τα πρακτικά, το Αρχείο.
(Atti dell congresso = πρακτικά συνελεύσεως). (αρχειοθέτηση εγγράφων εκ του Ιταλικού στο Ιστορικό Αρχείο Λευκάδας).

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Ἄτο /τὸ/ ἀρχ. (Ἰ. atto) = πρᾶξις, ἐνέργεια, ἔγγραφον, δρᾶμα.

Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.