Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

σ΄νεβγάνω (συνεβγάνω)

κατευοδώνω, συνοδεύω κάποιον, ως ένα σημείο: “Πήγαινε να τον συνεβγάλεις μη χάσει το δρόμο”.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Σ(υ)νεβγάνω (σὺν-ἐκ-βάλλω) = προπέμπω, συνοδεύω ἐν ἀρχῇ τὸν ἀπερχόμενον, ἀπομακρύνω εὐσχήμως ἀνεπιθύμητον.

Τα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης

Συνεβγάνω = συνοδεύω κάποιον ἔξω ἀπ᾿ τό σπίτι.

Το Γλωσσάρι της Λευκάδας – Ηλίας Γαζής

Συνεβγάνω καὶ συνεβγάλλω (συνεκβάλλω) παραπέμπω, ξεπροβοδίζω. Φρ. ἔλα νὰ μὲ συνεβγάλῃς νὰ μὴ χάσω τὴ στράτα. – τὸ ἐσυνέβγαλα ὥσο μὲ τὸ φανερὸ. – συνέβγαλμα ὀνομασία τόπου μέχρι τοῦ ὁποίου παραπέμπουσι τοὺς φίλους καὶ συγγενεῖς.

Γλωσσάριον – Γ.Χ. Μαραγκός

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.