αφράλα (η)
το αλάτι που δημιουργείται από την εξάτμιση του νερού της θάλασσας, στις κοιλότητες των βράχων.
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
το αλάτι που δημιουργείται από την εξάτμιση του νερού της θάλασσας, στις κοιλότητες των βράχων.
(ιδμ) χρτησιμοποιείται σε φράσεις όπως: “Θα μαλώσουμε και θα γίνει ήγκζμα”, “Πιάστηκαν στα χέρια κ ιέγινε ήγκζμα” = έγινε ο χαμός, ακούστηκε πολύ
αποτυχημένο κυνηγάρικο σκυλί που δεν έχει τις απαραίτητες ικανότητες για να κυνηγήσει. (ρημ. κλαφουνίζω). Χρησιμοποιείται και για τους τεμπέληδες ανθρώπους.
Οι χόνδροι μεταξύ των αρθρώσεων, οι τένοντες, τα νεύρα. Λέμε: Εφόρτωσα μόνος μου το μουλάρι και μου κοπήκανε τα κλιτσίκια
τα αδύνατα πόδια. Χρησιμοποιείται και ως χαρακτηρισμός για άνθρωπο που είναι αδύνατος πχ η κλιτσινάρα γυναίκα (η πολύ αδύνατη γυναίκα). Λέμε: Σιγά την γυναίκα μωρέ. Δεν βλέπεις κάτι κλιτσινάρια που χει;
τρελαίνομαι, χάνω τα λογικά μου βλ. ζουρλάθηκε
ο απερίσκεπτος, ο τρελός, αυτός που λειτουργεί χωρίς λογική, ο ενοχλητικός λέμε: ετούτο το παιδί είναι μπιτ κουρλάδι βλέπε ζουρλός
το σακούλι ή το τσουβάλι που είναι γεμάτο με κροπιά (κοπριά) ζώων. Χρησιμοποιείται προσβλητικά και υποτιμητικά για κάποιον τεμπέλη ή ανίκανο άνθρωπο. Λέμε: Τι να τον κάμω ετούτονε στην δουλειά αφού είναι ντιπ κροποσάκουλο.
σιγά – σιγά, με προσοχή, απαλά λέμε: πιάσε την πνιάτα και φέρτηνα δω, λάου – λάου γιατί είναι γιομάτη
Το έντομο, το ζωύφιο. Βλέπε [εδώ], [εδώ] και [εδώ].
το μαλάκιο Μοσχιός ή Μοσχοχτάποδο. Μοιάζει πολύ με το χταπόδι αλλά το κρέας τους έχει μεγάλη διαφορά στην γεύση. Εμφανισιακά η βασική τους διαφορά και εύκολα αναγνωρίσιμη είναι ότι τα πλοκάμια του Χταποδιού φέρουν δύο σειρές βεντούζες ενώ του Μοσχιού μια σειρά. Βλέπε και μηλιδόνα (η)
υποκοριστικό του ονόματος Γεράσιμος και αντίστοιχα του γυναικείου ονόματος Γερασιμούλα
χαϊδευτικό για παρέα μικρών παιδιών ή ακόμα και για ενήλικες. Οι φίλοι, η παρέα. Λέμε: Πάω στο καφενείο να πω καμιά κουβέντα με τους μερμελέους
γεύμα ή ρόφημα άνοστο και κακής ποιότητας. Λέμε: Αυτήνη η σούπα πο’ φτιασες, είναι μπιτ νερομπλούτσα.
(ιδμ) τα Χριστούγεννα Ευχή: Καλά Ξτόενα ψχή μ΄/καμαρωμένο μ΄/καμάρ’ μ’
έτσι ονόμαζαν ένα ξυλάκι στο στήσιμο παγιδών για πουλιά, τις λεγόμενες πλάκες. Άνθια Αηπετρίτικα, Στάθης Μαργέλης
Οι πλάκες είναι μια μορφή παγίδας για πουλιά πολυ διαδεδομένη παλιότερα. Πλάκες έστηνα, συνήθως, στις μεγάλες συστάδες σχίνων και λυγαριών που υπήρχαν στον κάμπο δίπλα σπό τις ρεματιές (μιλά για τον κάμπο του Αγίου Πέτρου και της Βασιλικής) Οι πλάκες ήταν πεπλατυσμένες και στρογγυλές, όσο γινόταν, πέτρες με διάμετρο 25-30 . . . Περισσότερα
το εσπεριδοειδές φρούτο, πορτοκάλι
νάζι, κίνηση ή τρόπος συμπεριφοράς που σκοπό έχει να τραβήξει το ενδιαφέρον. Λέμε: “αυτήνη η γυναίκα είναι πολύ σκερτσόζα”. Από την ιταλική λέξη scherzo. Πιθανό να πρόκειται για αντιδάνειο, έχοντας ως ρίζα την αρχαία ελληνική λέξη”σκιρτῶ”.
το αραιοκατοικημένο χωριό. Η λέξη χρησιμοποιείται μεταφορικά για κάτι που είναι διαλυμένο, χωρίς συνοχή, χωρίς καλή λειτουργία. Λέμε: Αυτήνη δεν είναι φαμελιά, είναι σκορποχώρι.
αντικείμενα ατάκτως ερριμένα, ακαταστασία. Χρησιμοποιείται και για να περιγράψει μια μπερδεμένη κατάσταση ή μια γρήγορη / πανικόβλητη κίνηση. Λέμε: Μπήκα μέσα σε ‘κειο το σπίτι και ήταν όλα μέσα σωροβολιό. Λέμε: Όπως ξεκίνησε να κουνάει, κατέβηκα τις σκάλες σωροβολιό.
Σωρός μικρού μεγέθους. Αντικείμενα ή προϊόντα συγκεντρωμένα άτακτα το ένα πάνω στο άλλο. Λέμε: μάζεψε εκείνα τα αποκλάδια και κάντα ένα σωροπούλι έδε κει στην γωνία απ’ το αμπέλι
Τίποτα, κανένα αποτέλεσμα. Λέμε: “προσπάθησε, ξανά και ξανά κι απέ τσούτσα“
Αυτός που ζει χίλια χρόνια. Χρησιμοποιείται ως ευχή σε κάποιον που γιορτάζει.