καρδοκαψίλα (η)
το κάψιμο στην καρδιά, επιθυμία, όρεξη. Η λέξη ενέχει ειρωνεία και πείσμα.
Φράσεις: “καρδοκαψίλα μ΄”, δηλ. άλλη έγνοια δεν έχω… – “Έχω νια (=μια) καρδοκαψίλα να τον δω!”. δηλ. δε θέλω να τον βλέπω.
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
το κάψιμο στην καρδιά, επιθυμία, όρεξη. Η λέξη ενέχει ειρωνεία και πείσμα.
Φράσεις: “καρδοκαψίλα μ΄”, δηλ. άλλη έγνοια δεν έχω… – “Έχω νια (=μια) καρδοκαψίλα να τον δω!”. δηλ. δε θέλω να τον βλέπω.