ἀητομάχος 19 Νοέ, 2016 Α 0 Σχόλια 0 Ἀητομάχος: /ὁ/ (ἀετὸς-μάχη) = τὸ ἀποδημητικὸν πτηνὸν κορυλλίων, κεφαλᾶς.