ελόγου σου
ή του λόγου σου ή ετουλόγου σου (απαντά και στα τρία πρόσωπα – ενικού, πληθυντικού – ένδειξη αβροφροσύνης ή και ειρωνείας).
“Ετουλόγου σου επήγες στη Χώρα σήμερα;”, δηλ. εσείς πήγατε στη Χώρα σήμερα; “Ελόου μου, δεν πήγα”
Πάνος Ροντογιάννης, Απολογία Σωκράτους (μεταγλώττιση) κεφ. 1: “θα ομολογούσα, βέβαια, πως είμαι ρήτορας, όχι όμως σαν του λόγου τους” ( η λέξη σχηματίστηκε από τις λέξεις του – λόγου – σου).
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Ἐλόγου μου -σου -του (ἔλλογος, ἐλλόγιμος), ἁβρὰ προσαγόρευσις σεβαστοῦ προσώπου ἢ εἰρωνεία = ἡ ἐλλογιμότης μου, ἡ ἐλλογιμότης σου κ.τ.λ.
Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης