Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

μποτσόνι (το)

μικρό μπουκάλι, από γυαλί, μικρού έως μετρίου μεγέθους

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Μποτσόνι /τὸ/ (Ἀλ. bότσε -α, Ἰ. bottone) = φιαλίδιον, μπουκαλάκι.

Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης


Μποτσόνι, το: το μικρό γυάλινο μπουκάλι ή και το μπιμπερό.

Μας παραπέμπει στην ρίζα ΠΟ– του ρ. πίνω, εξ ου και ο πότης-ου, θηλ.πότις –ιδος, το ποτήριον κ.λ.π., «πότης λύχνος = ο λύχνος ο πίνων (καταναλίσκων) πολύν έλαιον». (Λεξ. Αρχ. Ελλην. Ιων. Σταματάκου).

Από την ίδια ρίζα (εν πότης – εμπότης), ο μπότης (πήλινο δοχείο νερού) και η μποτίλια (καράφα).

Γλωσσάριο Ιωάννας Κόκλα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.