απόκριση (η) ή από΄ξη
αποστολή σε μικρής σημασίας δουλειά.
“Ψυχή μου, έχεις δουλειά, να σε στείλω σε μια από΄ξη;” – “Τον έστειλα να μου κάμει κάτι απόξ΄σες”.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Ἀπόκρ(ι)σι: /ἡ/ (ἀπὸ-κρίνω) = ἡ ἀπόκρισις, ἀπάντησις, μετάβασις πρὸς ἐκτέλεσιν μικροεντολῆς. «τὸν ἔστειλα σ’ ἀπόκρσι».
Τα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης
Εδώ σημαίνει εξυπηρέτηση, ανταπόκριση: “Θα σε στείλω σε μια απόκριση”. Από το ρήμα απο-κρίνομαι, ανταποκρίνομαι (σε κάτι που μου ζητούν. Λέγει ο Σταματάκος, απόκρισις, η ενέργεια και το αποτέλεσμα του αποκρίνομαι (Λεξικό Νέας). Λέμε: “Θέλω μια απόκριση (ένα θέλημα και περιμένω ανταπόκριση).
Καρσάνικα Γλωσσικά Ιδιώματα – Δημ. Κατωπόδης