στουπίρω
εκπλήσσομαι, τα χάνω
Ηθογραφίες Λευκαδίτικες, Ανδρ. Φίλιππα Χαριτωνίδου / Γλωσσάριο Βασίλης Φίλιππας
απορώ, εκπλήσσομαι.
Από το ιτλ. ρήμα stupire = εκπλήσσω, καταπλήσσω και sturipsi =μένω εμβρόντητος
Παναγιώτης Τ. Ματαφιάς – Από τον Αη Μηνά ίσαμε το Πόντε