τσάκνα 17 Μάι, 2017 Τ 0 Σχόλια 0 Τσάκνα /ἡ/ (κνίσσα) = ἡ τσίκνα, ἡ ὀσμὴ ψηνομένου κρέατος, αἰθάλη, καπνιά.