Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

πίκιο-πίκιο (μαυλιστικό επιφών.)

μαύλισμα-κάλεσμα στις κότες με σκοπό να ΄ρθουν να φάνε το φαγητό που τους ρίχνουμε: σιτάρι, καλαμπόκι, τρίμματα ψωμιού κ.ά.
φράσεις: ¨Μαύλισε τις κότες και τάγισέ τες¨και λέμε πίκιο, πίκιο, πίκιο ή πίλο, πίλο. Κι αν πλησιάσει εκεί ξένη κότα, φωνάζομε: “Σου ξένη”.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Πικιο-πίκιο (Ἰ. picchio) = παρακέλευσις πρὸς ὀρνίθια ὅπως πλησιάσωσι πρὸς λῆψιν τροφῆς.

Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης


Πίκιο-πίκιο = κάλεσμα τῶν κλωσόπουλων.

Το Γλωσσάρι της Λευκάδας – Ηλίας Γαζής

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.