καλογεράματος (ο)
αυτός που διανύει καλά γερατιά. Το αντίθετο = κακογεράματος.
ΒΑΛ. Φωτεινός: Α΄189: ” … Γενιά καταραμένη / δειλή, κακογεράματη”.
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
αυτός που διανύει καλά γερατιά. Το αντίθετο = κακογεράματος.
ΒΑΛ. Φωτεινός: Α΄189: ” … Γενιά καταραμένη / δειλή, κακογεράματη”.