Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

λόντσα

προεξοχή της στέγης μπροστά στο οικήμα, υπόστεγο, προστώο. “λόντσα-λόντσα”: περπατώντας κάτω από τις λόντσες της αγορας της πόλης.

βλ. λότζα (η)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.