γκόρτσα
Γκόρτσα /ἡ/ (κόρυζα) = ἐπίχρισμα ρύπου, ἀκαθαρσία ἐκκριμμάτων, λύγδα.
Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης
Γκόρτσα = ἀκαθαρσία, λύγδα, εἶναι γκορτσασμένος (εἶναι λυγδιασμένος).
Το Γλωσσάρι της Λευκάδας – Ηλίας Γαζής
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
Γκόρτσα /ἡ/ (κόρυζα) = ἐπίχρισμα ρύπου, ἀκαθαρσία ἐκκριμμάτων, λύγδα.
Γκόρτσα = ἀκαθαρσία, λύγδα, εἶναι γκορτσασμένος (εἶναι λυγδιασμένος).