Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

ζ(ου)λάπι (το)

ζουλάπι, ζλάπι
άγριο ζώο, αγρίμι.
“Τα ζ΄λάπια του λόγγου”, π.χ. τσακάλι, λύκος, αλεπού κ.α.
Μτφρ.: ο άνθρωπος ο ανίκανος, ο αγροίκος, αγνώμων και ο ανίκανος στις δουλειές του, ο αμόρφωτος.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Ζουλάπι /τὸ/ (ζῷον-λάπτω, Ἀλ. ζουλάπ-ι) = ἄγριον ζῷον, θήραμα, κτῆνος, βλάξ, δύσμορφος.

Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.