καραντίνα (η)
η υγειονομική κάθαρση ανθρώπων και πλοίων, που διαρκούσε σαράντα μέρες (quarantina). Η καραντίνα επιβάλλονταν σε πλοία που έρχονταν από μέρη, όπου υπήρχε επιδημία, π.χ. χολέρας.
Ο τόπος της καραντίνας είναι γνωστός ως λοιμοκαθαρτήριον, κοινώς λαζαρέτο.
Στα Επτάνησα κατά την εποχή της Βενετοκρατίας υπήρχε ειδική υπηρεσία γι΄ αυτό το σκοπό, το “Υγειονομείον”. Τέτοια υπηρεσία υπήρχε και στη Λευκάδα. “Το Υγειονομείον της Αγίας Μαύρας” που είχε κτίριο και εγκαταστάσεις στη ΒΑ πλευρά του λιμανιού. Το Υγειονομείο της Λευκάδας απεικόνισαν περιηγητές σε γραβούρες. Τις αποφάσεις-ποινές του Υγειονομείου, σε πλοία κι ανθρώπους, εφήρμοζε το λοιμοκαθαρτήριο. Το λοιμοκαθαρτήριο της Λευκάδας ήταν εγκατεστημένο στη θέση Δέματα στην αμμουδιά δεξιά του φρουρίου, όπου και το λιμάνι.
μτφ.: “Μ΄ έστησες καραντίνα και περίμενα” δηλ. με καθήλωσες εδώ και περίμενα – ή “εμπήκα σε καραντίνα” σε δίαιτα.
Η καραντίνα των καραβιών διαρκούσε 28-32 μέρες.