ξεμπουρδάρει 02 Οκτ, 2017 Ξ 0 Σχόλια 0 Ξεμπουρδάρει = ἀπότομη καί πλήρης ἐκκένωσις τοῦ πεπτικοῦ ἐντέρου. βλ. και ξεπουργάρω