Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

σ΄χνούδιασμα (το) , σχνούδιασε

σουρούπωμα (σχνούδιασμα)

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Συχνούδιασμα /τὸ/ (σὺν-γνόφος, χνοάζω, «χνοῦδι») = ἡ ὥρα συγχύσεως τῆς ἀπερχόμενης ἡμέρας μὲ τὴν ἐπερχόμενη νύκτα, τὸ λυκόφως, τὸ σούρουπο.

Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.