Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

μασκαλίδι (το)

τα δυο τετράγωνα κομμάτια υφάσματος, που έραβαν κάτω απ΄ τις μασχάλες στα γυναικεία πουκάμισα.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης

Μασκαλίδι = ξεμασχαλισμένο κλαδί ἀπό δέντρο τραβηγμένο βίαια ἀπό χέρι, ἤ ἀέρα.

Το Γλωσσάρι της Λευκάδας – Ηλίας Γαζής

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.