καπονιέρα (η)
κλουβί για πουλερικά, για καπόνια
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Καπονιέρα /ἡ/ (Ἰ. cappone, Ἀλ. καπόν-ι, Σ. καπούν) = κλωβὸς πουλερικῶν, ὀρνίθων κ.τ.ὅ.
Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
κλουβί για πουλερικά, για καπόνια
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Καπονιέρα /ἡ/ (Ἰ. cappone, Ἀλ. καπόν-ι, Σ. καπούν) = κλωβὸς πουλερικῶν, ὀρνίθων κ.τ.ὅ.
Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης