κοκορεφτιά (η)
δεντρώδης θάμνος που φύεται μόνος του σε λόγγους και δασώδεις περιοχές.
Το ξύλο της είναι ακατάλληλο για ξυλουργικές εργασίες: είναι κούφιο, ελαφρό και εύθραυστο. Το άνθος της βαμβακοειδές, λευκό και τριχοειδές. Τα φύλλα της πράσινα σε χρώμα λαδί. Από τη φλούδα των μικρών βλαστών της κοκορεφτιάς τα παιδιά (τον καιρό εκείνο) έκανα τσαμπούνες, χαρακώνοντας κυκλικά τη φλούδα που έβγαινε έτσι σε σχήμα μικρών σωλήνων.