κοφτοτσάπι
Κοφτοτσάπι /τὸ/ (κόπτω, Ἰ. zappa) = ἀξίνη μὲ ἀκμὴν ἐγκαρσίαν ὡς τὸ σκέπαρνον διὰ πεδινὰ ἄνευ πετρῶν ἐδάφη.
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
Κοφτοτσάπι /τὸ/ (κόπτω, Ἰ. zappa) = ἀξίνη μὲ ἀκμὴν ἐγκαρσίαν ὡς τὸ σκέπαρνον διὰ πεδινὰ ἄνευ πετρῶν ἐδάφη.