κεφαλοδέτι (το)
το αντρικό μαντήλι του κεφαλιού που φορούσαν παλιότερα οι ηλικιωμένοι μα και ι νεότεροι τους. Το ΄λεγαν και μπόλια και φατσολέττο. Το ΄δεναν πίσω κόμπο. Το χρώμα του ήταν καφέ, γαλάζιο ή μαύρο.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Κεφαλοδέτι. Ὁ διὰ μανδυλίου κεφαλοδέτης τῶν χωρικῶν.
Γλωσσάριον – Γ.Χ. Μαραγκός