παλούμπα (η)
είδος Χριστόψωμου μικρού μεγέθους, άλλως βλάχα.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Παλούμπα = ἐπίμηκες ἀρτοσκεύασμα μέ διάφορα σχέδια ἐκ ζύμης πού φτιάχνουν τά Χριστούγεννα γιά τά κορίτσια.
Το Γλωσσάρι της Λευκάδας – Ηλίας Γαζής
βλ. και μπαλούμπα (η)