τάρτανα
Τάρτανα § τάρταρα, Π. κάτου ᾿ς τὰ Τάρτανα τῆς γῆς, κάτου ᾿ς τὸν κάτου κόσμο (ᾆσμ. 29).
Σημ. τροπῇ ἰδιορρύθμῳ τοῦ ρ εἰς ν. Ὁ Βυζ. π. τὴν λ. ἣν μόνοι οἱ χωρ. μας μεταχειρίζονται.
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
Τάρτανα § τάρταρα, Π. κάτου ᾿ς τὰ Τάρτανα τῆς γῆς, κάτου ᾿ς τὸν κάτου κόσμο (ᾆσμ. 29).
Σημ. τροπῇ ἰδιορρύθμῳ τοῦ ρ εἰς ν. Ὁ Βυζ. π. τὴν λ. ἣν μόνοι οἱ χωρ. μας μεταχειρίζονται.