ἀρηοδοῦλι 17 Δεκ, 2016 Α 0 Σχόλια 0 Ἀρηοδοῦλι: (ἀραιὸς-δουλεύω) = ἐργασία ἀραιὰ καὶ διακεκομμένη, ὑποαπασχόλησις.