κοκόνι (το)
- ο καχεκτικός, ,ο δειλός, ο κουτοπόνηρος.
φράσεις: “Ξέρεις τι κακόνι σου ΄ναι αυτός;” – “Μωρέ παλιοκοκόνι του κερατά”. - το μικρόσωμο και δειλό σκυλί.
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!