Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

καθήκι και καθοίκι

  1. ουροδοχείο για νυχτερινή αφόδευση / αναγκαίο, καθοίκι και επικρατέστερα, κανάτι.
    Στο Λεξ. ελλ. Γλώσσας Δημητρ. σηειώνεται: “καθοίκι(ν) μ.σ.ν. και δημ. ιδίωμ. εν Λευκάδι”.
    Η λέξη συναντάται και στα άλλα Επτάνησα: σε συμβόλαιογρ. Διαθήκη Κεφαλ. του 1608 βλέπομε: “Και την εύρηκα καθισμένην εις το καθήκι”.
  2. μτφ. ο τιποτένιος άνθρωπος, ο ποταπός, ο φαύλος.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.