Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

καματερὸ

Καματερὸ /τὸ/ (κάμνω) = βοῦς ἀροτήρ, βῶδι τοῦ ζευγαριοῦ.

Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης

Καματερό. Βοῦς ἐργατικός.

Γλωσσάριον – Γ.Χ. Μαραγκός

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.