δειλ(ι)νὸ 08 Ιαν, 2017 Δ 0 Σχόλια 0 Δειλ(ι)νὸ /τὸ/ (δείλη) = τὸ δεῖλι, τὸ ἀπόγευμα, ἐλαφρὸν πρόδειπνον.