χουλιάρι -ριά
κουτάλι, κουτάλια: “Έπαρε μιαν χουλιαριάν από γάλα του φλώμου“, δηλ. του σπλόνου ( Η λαϊκή ιατρική στη Λευκάδα, σελ. 150, όπου η συνταγή: “Πώς να ξεπρίζετε το κορμί του ανθρώπου”).
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
κουτάλι, κουτάλια: “Έπαρε μιαν χουλιαριάν από γάλα του φλώμου“, δηλ. του σπλόνου ( Η λαϊκή ιατρική στη Λευκάδα, σελ. 150, όπου η συνταγή: “Πώς να ξεπρίζετε το κορμί του ανθρώπου”).