Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

μπλάβα (η)

μελάνιασμα του σώματος από χτύπημα. “Έφαγε γροθιά που του μελάνιασε το μάτι”.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Μπλάβα /ἡ/ (Σ. πλὰβ) = κυάνωσις (μελάνωσις) τοῦ δέρματος ἐκ πλήγματος, μώλωψ.

Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.