Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

τσακτσίρα (η)

μάλλινο χοντρό παντελόνι του αργαλειού, με πτυχές κι βρακοζώνι στη μέση. Φοριόταν από τους κτηνοτρόφους κυρίως και μάλιστα με τσαρούχια.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Τσακτσίρα /ἡ/ (ἀναξυρίς, Τ. τσαξῦρι, Σ. τσακσίρε) = πτυχωτὴ περὶ τὴν ὀσφὺν καὶ ἐφαρμοστὴ περὶ τὰς κνήμας περισκελὶς τῆς ἐγχωρίας ἀνδρικῆς ἀμφιέσεως, μπουραζάνα, βράκα.

Τα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.