αγλί και τρισαγλί
σχετλιαστικό επιφώνημα = αλί (ή αλλοί) και τρισαγλί.
Λέγεται και αγλιά = αλίμονο!
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Ετυμολογική σημείωση:
Το –γ– είναι εξέλιξη επενθετικού /j/, τ.έ. αλί > αϊλί > αγλί, ιδιαίτερα συνηθισμένη στις επτανησιακές γεωγραφικές γλωσσικές ποικιλίες (και ιδίως στην Κεφαλληνιακή, π.χ. να ιδώ > να γδω).
(Π.Γ. Κριμπάς)