χουζουνέτι
Χουζ(ου)νέτ(ι) /τὸ/ (Ἀ. Τ. χουσουνέτ, Τ. χουδζνὲτ) = σκαιότης, βαναυσότης, ἀντιπάθεια, μορφή, ἐλάττωμα, κουσοῦρι.
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
Χουζ(ου)νέτ(ι) /τὸ/ (Ἀ. Τ. χουσουνέτ, Τ. χουδζνὲτ) = σκαιότης, βαναυσότης, ἀντιπάθεια, μορφή, ἐλάττωμα, κουσοῦρι.