ντε τσέκου
Ντε τσέκου /ἐπίθ. ἄκλ./ (Ἰ. da zecca) = μόλις βγαλμένο ἀπὸ τὸ νομισματοκοπεῖον, νεόκοπον, καινουργές, ἀτσάκιγο.
βλ και διτσέκ.
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
Ντε τσέκου /ἐπίθ. ἄκλ./ (Ἰ. da zecca) = μόλις βγαλμένο ἀπὸ τὸ νομισματοκοπεῖον, νεόκοπον, καινουργές, ἀτσάκιγο.
βλ και διτσέκ.