υψώνω
ανεβάζω, εξυψώνω, δοξολογώ την ημέρα.
Π.χ. πολλοί τάζουν λειτουργίες και κάνουν αρτοκλασίες σε αγίους διαφόρων εκκλησιών. Τότε λέμε ότι «υψώνομε τον άγιο» ή «την ημέρα».
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Ὑψώνω (ὑψόω -ῶ) = ἀνατίθημι, ἑορτάζω, τηρῶ τὴν ὀνομαστικὴν ἑορτήν.
Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης