ξελάστρα
Ξελάστρα /ἡ/ (ἐκ-Ἰ. lastra) = ἔδαφος ἐπίπεδον κἄπως ὀλισθηρόν. τόπος ὁμαλός, ἄδενδρος, ἀποπτικός.
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
Ξελάστρα /ἡ/ (ἐκ-Ἰ. lastra) = ἔδαφος ἐπίπεδον κἄπως ὀλισθηρόν. τόπος ὁμαλός, ἄδενδρος, ἀποπτικός.