ξεφτιλάω
Ξεφτι(ι)λάω (ἐξ- Ἀ.-Τ. φιτὶλ, Ἀλ. φιτίλ-ι) = ἀπαλάσσω θρυαλλίδα (φιτίλι) ἀπὸ τὴν καμμένην αἰθάλην.
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
Ξεφτι(ι)λάω (ἐξ- Ἀ.-Τ. φιτὶλ, Ἀλ. φιτίλ-ι) = ἀπαλάσσω θρυαλλίδα (φιτίλι) ἀπὸ τὴν καμμένην αἰθάλην.