ποτίζω
Χρησιμοποιούμε τη λέξη εδώ μόνο για τη θέση που έχει στη λαϊκή ιατρική του νησιού: ποτίζω κάποιον με ειδικό παρασκεύασμα ή προληπτικά ή όταν τον δαγκώσει φίδι δηλητηριώδες ή σκορπιός.
Το παρασκεύασμα γινόταν από τη στάχτη του φυτού δρακοντιά (φιδοχόρτι), για τα φίδια, και με τη στάχτη, επίσης καμένου σκορπιού, προκειμένου για δάγκωμα σκορπιού.
“Άγγ. Σικελιανός , Αλαφρ., ΙΙΙ, 713: “Ποτίστε με, ποτίστε με / και κέντρωσε με εσύ χωριάτη / κεντρώστε με με τον οσκρό / κάθε φιδιού …” και Αλαφρ., ΙΙΙ, 893: “Κι όλα τα φίδια εγήτεψα / που η Άνοιξη με πότισε …”. (Η λαϊκή ιατρική στη Λευκάδα, σελ. 46).
Για την απορρόφηση του δηλητηρίου χρησιμοποιούσαν – λένε- και μια ειδική ελαφρόπετρα (κειμήλιο οικογενειακό) που την έβαναν πάνω στην πληγή και απορροφούσε το δηλητήριο φιδιού, σκορπιού και ύστερα το ξερνούσε σε λεκάνη με νερό. Με γεια του με χαρά του. Μια τέτοια πέτρα είχαν στο Κατωμέρι του Μεγανησίου (Κ. Πάλμου, Μεγανησιώτικα, σελ. 61).