Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

μοσκέτα (η)

είδος πυροβόλου όπλου, παλαιού τύπου, καραμπίνα, γκρας

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Μοσκέτα /ἡ/ (Ἰ. moschetta) = πυροβόλον ὅπλον, καραμπίνα, εἶδος ρόδου.

Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης


Αναφέρεται και ως μουσκέτα (τα)

Ενορία Ευαγγελιστρίας Λευκάδος – π. Γεράσιμος Ζαμπέλης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.