Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

λεβάντες (ο)

ο ανατολικός άνεμος, η ανατολή. Οι παλιοί ονομάτιζαν τις πλευρές του κτήματος τους με βάση τους αγέρηδες. Σε προικοσύμφωνο του 1697, Γεναρίου 10, διαβάζομε: “Συνορίτης περ πουνέντε ο κυρ Ζαφείρης Μαρίνος, περ λεβάντε ο αυτός …”. Και σε αίτηση άδειας για κατασκευή νερόμυλου βλέπομε: “Εγώ ο βεβαιωμένος Νικολός Κοντομίχης από χωριό Σφακιώτες, μαχαλά Κάβαλλο μέλλει να φθιάσομε έναν νερόμυλο εις το αυτό χωρίον …. Συνορίτης περ λεβάντε και γρέο στράτα πλατειά, κοινή, από πουνέντε λαγγάδι και από γραιοτραμουντάνα ο Αντζελής Βαγενάς¨. (Η λαϊκή ιατρική στη Λευκάδα, αιτήσεις πολιτών προς Έπαρχον 1850-54).

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Λεβάντες /ὁ/ (Ἰ. levante) =  Ἀνατολή, Ἀνατολικὸς ἄνεμος, Ἀπηλιώτης.

Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης


λεβάντε: ἀνατολικός, (IT. levante).

Λεξικό Ιδιωματικών Όρων — Χαρά Παπαδάτου

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.